Είμαι 33 χρονών. Όχι ιδιαίτερα όμορφος, ούτε και γυμνασμένος. Δουλεύω σε μια εταιρεία πολλές ώρες. Δεν έχω πολύ χρόνο για σαλιαρίσματα και πολλά πολλά. Γυρίζω πτώμα στο σπίτι και συνήθως παραγγέλνω φαγητό από ένα πολύ καλό εστιατόριο κοντά στη γειτονιά μου, που κάνουν και delivery. Εκείνο το βράδυ, γύρισα πολύ κουρασμένος από το γραφείο. Τηλεφώνησα για φαγητό και μου απάντησε ο ιδιοκτήτης, ο κ. Γιάννης. «Απόψε δεν έχω τα παιδιά, θα τα φέρω εγώ», μου είπε, τον ευχαρίστησα και έκλεισα το τηλέφωνο. Μπήκα στο μπάνιο να κάνω ένα ντουζάκι. Τελείωσα, φόρεσα ένα μποξεράκι και μια φανελίτσα και κάθισα να χαζέψω τηλεόραση.
Λίγη ώρα αργότερα χτυπάει η πόρτα μου. «Ήρθε το φαγητό σκέφτηκα» και σηκώθηκα να ανοίξω. Ούτε που σκέφτηκα ο ανόητος ότι άνοιγα την πόρτα με τα εσώρουχα. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Ήταν όντως ο κ. Γιάννης. Ένας άντρας γύρω στα 45, ψηλός, γεροδεμένος. Ένας όμορφος ώριμος άντρας. Μόλις άνοιξα γούρλωσε τα μάτια του. Τότε κατάλαβα τη χαζομάρα μου. Κράτησα όμως την ψυχραιμία μου, ήθελα να το παίξω άνετος.
«Τι σας οφείλω;» ρώτησα. «12 ευρώ» μου απαντάει με το βλέμμα γουρλωμένο. Πήρα το φαγητό και έπιασα το πορτοφόλι. Ήθελα να τον πληρώσω και να κλείσω την πόρτα γρήγορα. Όμως αυτός προτίμησε να κάνει την πρώτη κίνηση. «Αν ήξερα ότι θα σε έβλεπα έτσι, θα σου έφερνα πιο συχνά εγώ το φαγητό» μου είπε. «Πώς είπατε;» του απάντησα κάνοντας τον ανήξερο... «Είσαι πολύ ωραίο παλικάρι» μου είπε χαμηλόφωνα για να μην μας ακούσουν από το διπλανό διαμέρισμα. Τότε άρπαξα την ευκαιρία. «Δεν περνάτε μέσα για να βρω ψιλά να μην στέκεστε στην πόρτα;» του είπα ευγενικά.
Άλλο που δεν ήθελε. Πέρασε μέσα, έκλεισα την πόρτα και τον έβαλα να κάτσει στον καναπέ, όση ώρα εγώ ψαχούλευα το πορτοφόλι μου. «Έ... Läs hela novellen